Greek Meaning of unspecific

Μη συγκεκριμένος

Other Greek words related to Μη συγκεκριμένος

Definitions and Meaning of unspecific in English

Wordnet

unspecific (s)

not detailed or specific

FAQs About the word unspecific

Μη συγκεκριμένος

not detailed or specific

ασαφής,αμφίβολος,Αόριστος,σιωπηρός,ασαφής,ελικοειδής,μυστηριώδης,αινιγματικός,αινιγματικός,έμμεσος

ορισμένος,οριστικός,σαφής,συγκεκριμένος,αναμφίβολος,αναμφισβήτητος,ομολογημένος,κατηγορηματικός,σαφής,ολοκληρωμένο

unspecialized => μη εξειδικευμένος, unspecialised => μη εξειδικευμένος, unspeakably => Ανεκλάλητος, unspeakable => ανέκφραστος, unspeak => μιλά,