Greek Meaning of undisclosed

Αποκάλυπτο

Other Greek words related to Αποκάλυπτο

Definitions and Meaning of undisclosed in English

Wordnet

undisclosed (s)

not made known

FAQs About the word undisclosed

Αποκάλυπτο

not made known

κρυφός,ταξινομημένος,κρυμμένο,εμπιστευτικός,εσωτερικός,κρυμμένος,μέσα,μη δημόσιο,ιδιωτικό,περιορισμένος

διαφημισμένο,αερίστηκε,ανακοινώθηκε,μετάδοση,τρέχων,Δηλωθεί,Αποκαλύφθηκε,γενικός,προμηνυόμενος,δημοφιλής

undisclose => Αδημοσίευτο, undisciplined => αδιάθετος, undiscipline => αναρχία, undischarged => ηλεκτρισμένο, undiscerning => αδιάκριτος,