Greek Meaning of undirected

Ακατεύθυντος

Other Greek words related to Ακατεύθυντος

Definitions and Meaning of undirected in English

Wordnet

undirected (s)

aimlessly drifting

Webster

undirected (a.)

Not directed; not guided; left without direction.

Not addressed; not superscribed, as a letter.

Misdirected; misled; led astray.

FAQs About the word undirected

Ακατεύθυντος

aimlessly driftingNot directed; not guided; left without direction., Not addressed; not superscribed, as a letter., Misdirected; misled; led astray.

τυχαίο,ασκόπως,Αρκετός,ευκαιρία,χωρίς κατεύθυνση,,τυχαίος,ακούσιος,τυχαίο,τυχαίος

σταθερά,συνεχής,σταθερός,μεθοδικός,οργανωμένος,οργανωμένος,τακτικός,σταθερός,σταθερός,συστηματικός

undirect => έμμεσος, undiplomatically => αδιπλωματικά, undiplomatic => αδιπλωμάτιστος, undiocesed => εκτός επισκοπής, undine => Οντίνη,