Greek Meaning of unpremeditated
μη προμελετημένο
Other Greek words related to μη προμελετημένο
- υπολογισμένος
- εσκεμμένος
- αναπόφευκτος
- σκοπούμενος
- εκούσιος
- προγραμματισμένη
- προμελετημένο
- βέβαιος
- συνειδητός
- προορισμένος
- αναμενόμενος
- σταθερός
- προβλέψιμος
- προβλεπόμενος
- προκαθορισμένος
- προβλέψιμος
- συνταγογραφημένο
- σετ
- σίγουρα
- αυθόρμητο
- εθελοντικός
- εσκεμμένος
- προσχεδιασμένος
- εκ προθέσεως
- προαποφασισμένος
- γνώση
- προκαθορισμένος
- εθελοντής
- εκούσιος
- προκαθορισμένος
Nearest Words of unpremeditated
Definitions and Meaning of unpremeditated in English
unpremeditated (s)
not prepared or planned in advance
unpremeditated (a)
not premeditated
FAQs About the word unpremeditated
μη προμελετημένο
not prepared or planned in advance, not premeditated
τυχαίο,ανεπίσημος,ευκαιρία,,ακούσιος,τυχαίο,μονός,απροσδόκητος,ακούσιος,ακούσιο
υπολογισμένος,εσκεμμένος,αναπόφευκτος,σκοπούμενος,εκούσιος,προγραμματισμένη,προμελετημένο,βέβαιος,συνειδητός,προορισμένος
unprelated => άσχετος, unprejudiced => αντικειμενικός, unpredictive => απρόβλεπτος, unpredicted => απρόβλεπτο, unpredictably => απρόβλεπτα,