Greek Meaning of predictable
προβλέψιμος
Other Greek words related to προβλέψιμος
- κλασικός
- αναμενόμενος
- γνώριμος
- συνήθης
- ρουτίνα
- μέτριος
- ασήμαντος
- μέσος
- χαρακτηριστικός
- κοινός
- συνηθισμένος
- συμβατικός
- συνήθης
- φυσιολογικός
- συνηθισμένος
- κυρίαρχος
- τακτικός
- πρότυπο
- Σχολικό βιβλίο
- τυπικός
- συνήθης
- vintage
- αρχετυπικός
- αρχετυπικός
- κάθε μέρα
- υπέρτερος
- αντιπρόσωπος
- συνηθισμένος
- καθημερινός
- ΑΛΗΘΙΝΟΣ
- εκκεντρικός
- μη φυσιολογικός
- ανώμαλος
- άτυπος
- εκτραπείς
- διακριτικός
- Εξαιρετικός.
- εξαιρετικός
- σπάνιος
- ακανόνιστος
- αξιόλογος
- σπάνιος
- αξιοσημείωτος
- ιδιαίτερος
- ασυνήθιστος
- μη συμβατικό
- απροσδόκητος
- άγνωστο
- μοναδικός
- απρόβλεπτος
- ασυνήθιστος
- ασυνήθιστο
- παράξενος/η
- περίεργος
- εκκεντρικός
- ασταθής
- ειδικός
- αστείο
- Ιδιοσυγκρασιακός
- nonkonformistas
- μη αντιπροσωπευτικός
- μονός
- ασυνήθιστος
- εκκεντρικός
- σκανδαλώδης
- περίεργος
- εκκεντρικός
- ενικός
- περίεργο
- Άγνωστος
- ανορθόδοξος
- ασυνήθιστος
- τρελός
- άτυπος
- ασυνήθιστος
- φανταστικός
- Φανταστικός
- τέρας
- τρομακτικός
- φάνκι
- παράξενος
- εκκεντρικός
- μακριά από τον δρόμο
- Εξαίρετος
- τρελός
- αφύσικος
- τέλος
- περίεργος
- περίεργος
- Άγρια
Nearest Words of predictable
Definitions and Meaning of predictable in English
predictable (a)
capable of being foretold
FAQs About the word predictable
προβλέψιμος
capable of being foretold
κλασικός,αναμενόμενος,γνώριμος,συνήθης,ρουτίνα,μέτριος,ασήμαντος,μέσος,χαρακτηριστικός,κοινός
εκκεντρικός,μη φυσιολογικός,ανώμαλος,άτυπος,εκτραπείς,διακριτικός,Εξαιρετικός.,εξαιρετικός,σπάνιος,ακανόνιστος
predictability => προβλεψιμότητα, predict => προβλέπω, predicator => Κατηγόρημα, predicatively => Κατηγορηματικά, predicative => Κατηγορούμενο,