Greek Meaning of screwy

τρελός

Other Greek words related to τρελός

Definitions and Meaning of screwy in English

Wordnet

screwy (s)

not behaving normally

FAQs About the word screwy

τρελός

not behaving normally

παράξενος/η,τρελός,περίεργος,ασταθής,αστείο,μονός,περίεργος,αξιοσημείωτος,περίεργο,περίεργος

μέσος,συνηθισμένος,κάθε μέρα,φυσιολογικός,συνηθισμένος,πεζός,ρουτίνα,πρότυπο,τυπικός,συνήθης

screwup => λάθος, screw-topped => με πώμα βιδωτό, screwtop => Κλείσιμο με βίδα, screw-pine family => Πανδανιδώνης, screw-loose => χαλαρή βίδα,