Greek Meaning of addlepated

<ins>μπερδεμένος</ins>

Other Greek words related to <ins>μπερδεμένος</ins>

Definitions and Meaning of addlepated in English

Wordnet

addlepated (s)

stupid and confused

FAQs About the word addlepated

<ins>μπερδεμένος</ins>

stupid and confused

μπερδεμένος,απορημένος,μπερδεμένος,ζαλισμένος,αποσπασμένος,ζαλισμένος,έκπληκτη,μπερδεμένος,Στη θάλασσα,δαιμονισμένος

καθαρό μυαλό,συνειδητός,συναγερμός

addle-headed => μπερδεμένος, addled => μπερδεμένος, addle-brained => αφηρημένος, addlebrained => μπερδεμένος, addle-brain => μπερδεμένος,