Greek Meaning of fogged

ομιχλώδης

Other Greek words related to ομιχλώδης

Definitions and Meaning of fogged in English

Wordnet

fogged (s)

obscured by fog

Webster

fogged (imp. & p. p.)

of Fog

FAQs About the word fogged

ομιχλώδης

obscured by fogof Fog

απορημένος,μπερδεμένος,ζαλισμένος,αποσπασμένος,ζαλισμένος,έκπληκτη,μπερδεμένος,μπερδεμένος,Στη θάλασσα,δαιμονισμένος

καθαρό μυαλό,συνειδητός,συναγερμός

fog'gage => αποσκευές, fo'gey => συντηρητικός, fogey => συντηρητικός, foge => ομίχλη, fogbow => Τόξο της ομίχλης,