Greek Meaning of fogey
συντηρητικός
Other Greek words related to συντηρητικός
Nearest Words of fogey
Definitions and Meaning of fogey in English
fogey (n)
someone whose style is out of fashion
FAQs About the word fogey
συντηρητικός
someone whose style is out of fashion
συντηρητικός,απολίθωμα,Βετεράνος,προκατακλυσμιαίος,Συνταγματάρχης Μπλιμπ,Ντόντο,,κουραστικός,συντηρητικός,αντιδραστικός
χίπστερ,φιλελεύθερος,μοντέρνος,μοντέρνος,προοδευτικός,ριζοσπαστικός
foge => ομίχλη, fogbow => Τόξο της ομίχλης, fogbound => καλυμμένος με ομίχλη, fogbank => τράπεζα ομίχλης, fog up => Θολώνω,