Greek Meaning of reactionary

αντιδραστικός

Other Greek words related to αντιδραστικός

Definitions and Meaning of reactionary in English

Wordnet

reactionary (n)

an extreme conservative; an opponent of progress or liberalism

Wordnet

reactionary (s)

opposed to political or social liberalism or reform

Webster

reactionary (a.)

Being, causing, or favoring reaction; as, reactionary movements.

Webster

reactionary (n.)

One who favors reaction, or seeks to undo political progress or revolution.

FAQs About the word reactionary

αντιδραστικός

an extreme conservative; an opponent of progress or liberalism, opposed to political or social liberalism or reformBeing, causing, or favoring reaction; as, rea

συντηρητικός,ορθόδοξος,παραδοσιακό,συμβατικός,αφοσιωμένος,Σκληροτράχηλος,πιστός,Ακίνητος,πιστός,παλιομοδίτικος

Μεγάλο πνεύμα,εξτρεμιστής,φιλελεύθερος,μη παραδοσιακός,προοδευτικός,ριζοσπαστικός,επαναστατικός,μη συμβατικό,ανορθόδοξος,Αντι-κατεστημένο

reactionaries => αντιδραστικοί, reaction turbine => αντιδραστική στρόβιλος, reaction time => Χρόνος αντίδρασης, reaction propulsion => Προώθηση αντίδρασης, reaction formation => Αντιδραστικός σχηματισμός,