Greek Meaning of antiestablishment

Αντι-κατεστημένο

Other Greek words related to Αντι-κατεστημένο

Definitions and Meaning of antiestablishment in English

antiestablishment

opposed or hostile to the social, economic, and political principles of a ruling class (as of a nation)

FAQs About the word antiestablishment

Αντι-κατεστημένο

opposed or hostile to the social, economic, and political principles of a ruling class (as of a nation)

εναλλακτική,παράξενος/η,μη παραδοσιακός,Εκκεντρικός,Πρωτοποριακός,προοδευτικός,επαναστατικός,μη συμβατικό,υπόγειος,προηγμένος

συμβατικός,συνήθης,παραδοσιακό,καθιερωμένος,ορθόδοξος

antielitist => Αντι-ελιτιστικός, antidotes => αντίδοτα, antidiscrimination => Αντιδιακρίσεις, antidepression => Αντικαταθλιπτικό, antidemocratic => αντιδημοκρατικός,