Greek Meaning of anticonventional
αντισυμβατικός
Other Greek words related to αντισυμβατικός
- εξτρεμιστής
- μη παραδοσιακός
- επαναστατικός
- Αντι-κατεστημένο
- αντιπαραδοσιακός
- μη συμβατικός
- Μεγάλο πνεύμα
- Σύγχρονο
- Ευρύχωρος
- φιλελεύθερος
- μοντέρνος
- nonkonformistas
- προοδευτικός
- ριζοσπαστικός
- μη συμβατικό
- ανορθόδοξος
- μη συντηρητικός
- ανορθόδοξος
- προηγμένος
- αριστερόχειρας
- ανοιχτόμυαλος
- Ακροαριστερός
- Υπερπροοδευτικός
- υπερεξτρεμιστικός
- συντηρητικός
- συμβατικός
- παλιομοδίτικος
- παλαιός
- ορθόδοξος
- αντιδραστικός
- παραδοσιακό
- παραδοσιακός
- Υπερσυντηρητικός
- μη προοδευτικό
- Συντηρητικότερος των συντηρητικών
- θεσμικός
- με ορείχαλκο
- κουμπωτό
- Κουμπωμένος
- Σκληροτράχηλος
- πιστός
- Ακίνητος
- πιστός
- Τετράγωνο
- μένω σταθερός
- σταθερός
- ΑΛΗΘΙΝΟΣ
- ξεπερασμένος
- Παλαιοσυντηρητικός
- αφοσιωμένος
- Αδιάβροχο
- αμετάβλητος
- σταθερός
- πιστός
Nearest Words of anticonventional
- anticruelty => αντι-βίας
- antics => καμώματα
- antidemocratic => αντιδημοκρατικός
- antidepression => Αντικαταθλιπτικό
- antidiscrimination => Αντιδιακρίσεις
- antidotes => αντίδοτα
- antielitist => Αντι-ελιτιστικός
- antiestablishment => Αντι-κατεστημένο
- anti-feminist => αντιφεμινιστής
- antiforeign => Ξενοφοβικός
Definitions and Meaning of anticonventional in English
anticonventional
opposed to conventional methods and attitudes
FAQs About the word anticonventional
αντισυμβατικός
opposed to conventional methods and attitudes
εξτρεμιστής,μη παραδοσιακός,επαναστατικός,Αντι-κατεστημένο,αντιπαραδοσιακός,μη συμβατικός,Μεγάλο πνεύμα,Σύγχρονο,Ευρύχωρος,φιλελεύθερος
συντηρητικός,συμβατικός,παλιομοδίτικος,παλαιός,ορθόδοξος,αντιδραστικός,παραδοσιακό,παραδοσιακός,Υπερσυντηρητικός,μη προοδευτικό
anticipations => προσδοκίες, antibiotics => αντιβιοτικά, antianxiety => Αντικαταθλιπτικό, antiaggression => αντιεπιθετικότητα, anthologizing => Ανθολόγηση,