Greek Meaning of avant

πριν

Other Greek words related to πριν

Definitions and Meaning of avant in English

Webster

avant (n.)

The front of an army. [Obs.] See Van.

FAQs About the word avant

πριν

The front of an army. [Obs.] See Van.

προηγμένος,αβάν-γκαρντ,Σύγχρονο,μοντέρνος,Πρωτοποριακός,προοδευτικός,μη συμβατικό,υπόγειος,εναλλακτική,παράξενος/η

συμβατικός,συνήθης,παραδοσιακό,καθιερωμένος,ορθόδοξος

avalokitesvara => Αβαλοкитеσβάρα, avalokiteshvara => Αβαλοкитеσβάρα, avale => καταπίνω, avalanche lily => Χιονόδοξος, avalanche => χιονοστιβάδα,