Greek Meaning of punch-drunk

μεθυσμένος

Other Greek words related to μεθυσμένος

Definitions and Meaning of punch-drunk in English

Wordnet

punch-drunk (s)

dazed from or as if from repeated blows

FAQs About the word punch-drunk

μεθυσμένος

dazed from or as if from repeated blows

απορημένος,μπερδεμένος,ζαλισμένος,αποσπασμένος,ζαλισμένος,έκπληκτη,μπερδεμένος,Στη θάλασσα,δαιμονισμένος,μπερδεμένος

συναγερμός,καθαρό μυαλό,συνειδητός

punchboard => Τυχερό καρτολίνο με τρύπες, punchball => Παντσόμπαλα, punchayet => παντσαγιάτ, punch press => Πρέσα σφράγισης, punch pliers => Πένσα διάτρησης,