Greek Meaning of punch-up

καβγάς

Other Greek words related to καβγάς

Definitions and Meaning of punch-up in English

Wordnet

punch-up (n)

a fistfight

FAQs About the word punch-up

καβγάς

a fistfight

καβγάς,αντιπαράθεση,μονομαχία,Καυγάς,καυγάς,μάχη σώμα με σώμα,καβγάς,χτυπήματα,μάχη σώμα με σώμα,διάτρηση

Εκεχειρία

punching ball => Πυγμαχικός σάκος, punching bag => Σάκος του μποξ, puncher => τρυπάνι, punched card => Διάτρητη κάρτα, punch-drunk => μεθυσμένος,