FAQs About the word skirmish

αψιμαχία

a minor short-term fight, engage in a skirmishTo fight slightly or in small parties; to engage in a skirmish or skirmishes; to act as skirmishers., A slight fig

συνάντηση,επιχείρημα,μάχη,καβγάς,πινέλο,μάχη,καβγάς,τσέκαρε,ξεφτίζω,φασαρία

Εκεχειρία

skirling => διαπεραστικός, skirlcrake => Νεροκότα, skirlcock => Σκίρκοκ, skirl => στριγγλιά, skippingly => πηδηματικά,