Greek Meaning of punch-out
διάτρηση
Other Greek words related to διάτρηση
- Βασιλική μάχη
- καβγάς
- αντιπαράθεση
- μονομαχία
- Καυγάς
- καυγάς
- Παλεύω
- μάχη σώμα με σώμα
- σύγχυση
- καβγάς
- καβγάς
- χτυπήματα
- λαβές
- μάχη
- Καβγάς
- διαμάχη
- ψηνω
- διαμάχη
- καυγάς
- Αντιμέτωπος
- δωρεάν για όλους
- Ιπποδρομία
- Kick-up
- μάχη σε ανοικτό πεδίο
- σκληρός και άξεστος
- φασαρία
- Καυγάς
- πάλη
- αψιμαχία
- φτύσιμο
- καβγάς
- Μπερδέματα
- πάλη
- τσακωμό
- Διασταυρούμενα πυρά
- Ντόννυμπρουκ
- διαφωνία
- Ανοησίες
- επιχείρημα
- διαμάχη
- μάχη
- Σύγκρουση
- μάχη
- σύγκρουση
- διαγωνισμός
- απρόοπτο
- διαμάχη
- διαφωνία
- μάχη
- καβγάς
- ξεφτίζω
- φασαρία
- παρεξήγηση
- καβγάς
- Σειρά
- σκραπ
- συμπλοκή
- Scrum
- Αγώνας
- κόντρα
- καυγάς γατών
Nearest Words of punch-out
Definitions and Meaning of punch-out in English
punch-out (v)
register one's departure from work
punch-out
to record the time of one's stopping work or departure by punching a time clock, strike out, to bail out of an aircraft using an ejection seat, to beat up, strikeout, fistfight
FAQs About the word punch-out
διάτρηση
register one's departure from workto record the time of one's stopping work or departure by punching a time clock, strike out, to bail out of an aircraft using
Βασιλική μάχη,καβγάς,αντιπαράθεση,μονομαχία,Καυγάς,καυγάς,Παλεύω,μάχη σώμα με σώμα,σύγχυση,καβγάς
Εκεχειρία
punching out => γροθιά, punching => διάτρηση, punches out => δίνει γροθιές, punches => γροθιές, puncheon => περфораτέρ,