Greek Meaning of ruction
Καυγάς
Other Greek words related to Καυγάς
- διαμάχη
- καβγάς
- Σύγκρουση
- μάχη σώμα με σώμα
- μάχη σώμα με σώμα
- Καβγάς
- επιχείρημα
- ψηνω
- Ντόννυμπρουκ
- καυγάς
- καβγάς
- ξεφτίζω
- σκληρός και άξεστος
- Σειρά
- φασαρία
- πάλη
- αψιμαχία
- πάλη
- μάχη
- μάχη
- σύγκρουση
- διαγωνισμός
- διαμάχη
- δωρεάν για όλους
- φασαρία
- παιχνίδι
- Kick-up
- καβγάς
- άγριο παιχνίδι
- σκραπ
- συμπλοκή
- φτύσιμο
- καβγάς
- Αγώνας
- κόντρα
- τσακωμό
Nearest Words of ruction
- rud => Αγενής
- rudaceous rock => Χονδρόκοκκος βράχος
- rudapithecus => Ρουδαπίθηκος
- rudbeckia => Ρουντμπέκια
- rudbeckia hirta => Ρουδμπέκια η τριχωτή
- rudbeckia laciniata => Ρουδβέκια η τμηματισμένη
- rudbeckia laciniata hortensia => Ρουdbeckια laciniata hortensia
- rudbeckia serotina => Rudbeckia serotina
- rudd => σκαρμούτσος
- rudder => πηδάλιο
Definitions and Meaning of ruction in English
ruction (n)
the act of making a noisy disturbance
ruction (n.)
An uproar; a quarrel; a noisy outbreak.
FAQs About the word ruction
Καυγάς
the act of making a noisy disturbanceAn uproar; a quarrel; a noisy outbreak.
διαμάχη,καβγάς,Σύγκρουση,μάχη σώμα με σώμα,μάχη σώμα με σώμα,Καβγάς,επιχείρημα,ψηνω,Ντόννυμπρουκ,καυγάς
Ήρεμος,σιωπήστε,Ειρήνη,ήσυχος,ανάπαυση,ηρεμία,γαλήνη,ηρεμία,παραγγελία,ηρεμία
ructation => ρέψιμο, ruckus => φασαρία, rucksack => σακίδιο, ruckle => πτυχή, rucking => συνωστισμός,