Greek Meaning of rucking
συνωστισμός
Other Greek words related to συνωστισμός
Nearest Words of rucking
Definitions and Meaning of rucking in English
rucking (p. pr. & vb. n.)
of Ruck
FAQs About the word rucking
συνωστισμός
of Ruck
κυματοειδές,δίπλωμα,πτύχωση,τσαλακώνω,δίπλωμα,σουφρώνω,κυματιστός,τσάκισμα,Τσαλάκωμα,τραγανό
βραδιά,επίπεδωση,σιδέρωμα,Σιδέρωμα,επείγον,λείανση,ίσιωμα,Λείανση,τακτοποίηση,συνωστισμός
rucked => τσακισμένος, ruck up => τίποτα, ruck => ομάδα, ruching => Τσακίρισμα, ruche => φούντα,