FAQs About the word uncrumpling

συνωστισμός

to restore to an original smooth condition

βραδιά,επίπεδωση,Σιδέρωμα,λείανση,ίσιωμα,σιδέρωμα,επείγον,Λείανση,ξεδιπλώνοντας,τακτοποίηση

κυματοειδές,δίπλωμα,πτύχωση,Τσαλάκωμα,τσαλακώνω,δίπλωμα,σουφρώνω,ζάρωμα,τσάκισμα,κυματιστός

uncrumples => λειαίνει, uncrumpled => αζάριαστο, uncrumple => ξεδιπλώνω, uncrowning => αποθρόνιση, uncrippled => αβλαβής,