Greek Meaning of neatening
τακτοποίηση
Other Greek words related to τακτοποίηση
Nearest Words of neatening
Definitions and Meaning of neatening in English
neatening
to finish (something, such as a piece of sewing) carefully, to set in order
FAQs About the word neatening
τακτοποίηση
to finish (something, such as a piece of sewing) carefully, to set in order
διάταξη,οργάνωση,Κοπή,Διάθεση,τακτοποίηση (πάνω),διάταξη,ταξινόμηση,κωδικοποίηση,σχέδιο,συγκρότηση
αποδιοργανωτική,διαταραχή,Ανοργάνωτος,ανησυχητικός,ανησυχητικό,ανακάτεμα,χάνοντας (πάνω),(ανάμειξη),Ανακατωμένος,ανακατώνοντας
neatened => τακτοποιημένος, nearshore => κοντά στην ακτή, nears => πλησιάζει, near escape => Σχεδόν διέφυγε, Neanderthals => Νεάντερταλ,