Greek Meaning of nebbishy

νεμπίς

Other Greek words related to νεμπίς

Definitions and Meaning of nebbishy in English

nebbishy

a timid, meek, or ineffectual person

FAQs About the word nebbishy

νεμπίς

a timid, meek, or ineffectual person

Δειλός,δειλός,Δειλός,Μικρόψυχος,μαλάκας,ντροπαλός,Ασυνείδητος,Αδίστακτος,κακός,ευνουχισμένος

ηθικός,στερεός,καλός,σκληρός,ηθικός,δεξιά,δίκαιος,δυνατός,σκληρός,ενάρετος

nebbishes => αδύναμος, neatnik => Καθαριότης, neath => κάτω, neatens => τακτοποιημένος, neatening => τακτοποίηση,