Greek Meaning of righteous
δίκαιος
Other Greek words related to δίκαιος
- ηθικός
- καλός
- ειλικρινής
- έντιμος
- ηθικός
- ωραίο
- ΑΛΗΘΙΝΟΣ
- Εντάξει
- Σωστό
- αξιοπρεπής
- μόνο
- ευγενής
- κατάλληλος
- σεβαστός
- δεξιά
- Δίκαιος
- ίσιος
- κατακόρυφος
- ενάρετος
- άξιος
- αγγελικός
- αγγελικός
- άμεμπτος
- Καθαρός
- αξιέπαινος
- αξιόπιστος
- ευπρεπής
- σεβαστός
- ενδεικτικό
- αθώος
- γενναιόδωρος
- άμωμος
- αδιάφθορος
- αθώος
- ακίνδυνος
- άψογος
- νομοταγής
- νόμιμος
- ηθικολογικός
- φαρισαϊκός
- Ευσυνείδητος
- καθαρός
- αξιόπιστος
- υποκριτής
- συνειδητός
- πρέπουσα
- Αυτοδικαιωμαικός
- άψογος
- άφθαρτος
- αλάθητος
- αναντίρρητος
- τιμημένος
- ευγενικός, ευαίσθητος
- κακός
- διεστραμμένος
- ανέντιμος
- Άτιμος
- κακός
- ανήθικος
- ακατάλληλος
- εσφαλμένος
- απρεπής
- άτακτος
- αμαρτωλός
- ανήθικος
- άδικος
- ανάρμοστος
- κακός
- λάθος
- Φρικτός
- βάση
- κατευνασμένος
- διεφθαρμένος
- εκφυλισμένος
- διεφθαρμένος
- κακόβουλος
- απρεπής
- περιβόητος
- Χαμηλός
- μέση τιμή
- αξιόμεμπτος
- προσβλητικό
- διεστραμμένος
- άσωτος
- άπρεπος
- Ασυνείδητος
- Αδίστακτος
- κακός
- φαύλος
- κακός
- κατηγορητέος
- περιπλανώμενος
- εσφαλμένος
- Πεσμένος
- άδικος
- ποταπός
Nearest Words of righteous
Definitions and Meaning of righteous in English
righteous (a)
characterized by or proceeding from accepted standards of morality or justice
righteous (s)
morally justified
righteous (a.)
Doing, or according with, that which is right; yielding to all their due; just; equitable; especially, free from wrong, guilt, or sin; holy; as, a righteous man or act; a righteous retribution.
FAQs About the word righteous
δίκαιος
characterized by or proceeding from accepted standards of morality or justice, morally justifiedDoing, or according with, that which is right; yielding to all t
ηθικός,καλός,ειλικρινής,έντιμος,ηθικός,ωραίο,ΑΛΗΘΙΝΟΣ,Εντάξει,Σωστό,αξιοπρεπής
κακός,διεστραμμένος,ανέντιμος,Άτιμος,κακός,ανήθικος,ακατάλληλος,εσφαλμένος,απρεπής,άτακτος
righten => διορθώνω, righted => σωστός, right-down => τελείως, right-angled triangle => Ορθογώνιο τρίγωνο, right-angled => ορθογώνιος,