Greek Meaning of menschy

ευγενικός, ευαίσθητος

Other Greek words related to ευγενικός, ευαίσθητος

Definitions and Meaning of menschy in English

menschy

a person of integrity and honor

FAQs About the word menschy

ευγενικός, ευαίσθητος

a person of integrity and honor

ιπποτικός,κομψός,συνειδητός,αθώος,γενναιόδωρος,άψογος,ηθικός,Δίκαιος,ανέγγιχτος,αδιάψευστος

κακός,βάση,εγκληματίας,στρεβλός,ανέντιμος,Άτιμος,κακός,άτιμος,ανήθικος,άδικος

mensches => καλοί άνθρωποι, men-o'-war => πολεμικά πλοία, menials => υπηρέτες, mendicants => επαίτες, mendaciousness => ανακρίβεια,