FAQs About the word mixing (up)

(ανάμειξη)

συγκεχυμένος,συγχώνευση,ενοχλητικός,συσσωμάτωση (μαζί),μπερδεύω,παρανοώντας,καλώ λάθος

διαφοροποίηση,διαχωριστικός,διακριτικός,διαχωρίζοντας,διαφοροποίηση

mixes (up) => ανακατεύει (μαζί), mixers => μίξερ, mixed-use => Μεικτής χρήσης, mixed metaphors => μικτές μεταφορές, mixed it up => το ανακάτεψε,