Greek Meaning of uncrippled

αβλαβής

Other Greek words related to αβλαβής

Definitions and Meaning of uncrippled in English

uncrippled

not crippled

FAQs About the word uncrippled

αβλαβής

not crippled

ενεργός,Εξωτερικός Ασθενής,ανθεκτικός,Σίδηρος,σφριγηλός,robust,ανώμαλος,σταθερός,δυνατός,γερός

άρρωστος,εξετάζω,ανάπηρος,εξασθενημένος,ετοιμόρροπος,ανάπηρος,άρρωστος,εξασθενημένος,Ασθενής,σταματώ

uncredited => μη αναγνωρισμένος, uncrazy => τρελός, uncoy => αδιάκριτη, uncovers => αποκαλύπτει, uncourageous => Δειλός,