FAQs About the word uncountable

Αναρίθμητος

unable to be counted, of an amount too great to be counted

αναρίθμητοι,άπειρος,αναρίθμητα,πολλά,αμέτρητος,πολυάριθμοι,ανάριθμος,αριθμημένη,ανείπωτη,αμέτρητος

Αριθμήσιμος,απαριθμήσιμος,πεπερασμένος,περιορισμένος,αριθμήσιμος

uncos => uncos, uncorking => άνοιγμα, uncorked => ανοιγμένος, unconventionalities => ασυμβατότητες, unconventionalism => Μη συμβατικότητα,