Greek Meaning of pungle (up)

πληρώνω (χρήματα)

Other Greek words related to πληρώνω (χρήματα)

Definitions and Meaning of pungle (up) in English

pungle (up)

No definition found for this word.

FAQs About the word pungle (up)

πληρώνω (χρήματα)

βοήθεια,όφελος,μοιράζω,διανέμω,διανέμω,διπλώνω,διανέμω,παρέχει,ζήτημα,έξω

κρατώ,κρατάω,διατηρώ,διατηρώ,αποθήκευση,παρακράτηση,πρόοδος,δανείζω,τσέπη,πουλάω

pundits => εμπειρογνώμονες, punditry => Punditry, puncturing => διάτρηση, punctuating => στίξη, punctuated => τελεία,