Greek Meaning of punctiliously

επιμελώς

Other Greek words related to επιμελώς

Definitions and Meaning of punctiliously in English

Wordnet

punctiliously (r)

in a punctilious manner

FAQs About the word punctiliously

επιμελώς

in a punctilious manner

προσεκτικά,επίσημα,οργανωμένος,συστηματικά,εκούσια,προσεκτικά,μεθοδικά,σχολαστικά,σκόπιμα,σκόπιμα

χωρίς στόχο,πάντως,comunque,αυθαίρετα,απρόσεκτα,τυχαία,άτακτα,τυχαίος,τυχαία,αδιάκριτα

punctilious => σχολαστικός, punctilio => μωροφιλοτιμία, punch-up => καβγάς, punching ball => Πυγμαχικός σάκος, punching bag => Σάκος του μποξ,