Greek Meaning of slaphappy

ευτυχισμένος

Other Greek words related to ευτυχισμένος

Definitions and Meaning of slaphappy in English

Wordnet

slaphappy (s)

cheerfully irresponsible

dazed from or as if from repeated blows

FAQs About the word slaphappy

ευτυχισμένος

cheerfully irresponsible, dazed from or as if from repeated blows

ευθυμής,ανέμελος,καβαλάρης,ανέμελος,ανέμελος,αδιάφορος,χαλαρός,Ανεπηρέαστος,αδιάφορος,ανεπίσημος

προσεκτικός,ανήσυχος,προσεκτικός,σοβαρός,τάφος,σοβαρός,σκοτεινός,σκοτεινός,επιφυλακτικός,ανήσυχος

slapeface => χαστούκι, slape => χαστούκι, slapdash => πρόχειρος, slap-bang => μπαμ, slap together => Φτιάχνω γρήγορα,