Greek Meaning of low-pressure
Χαμηλή πίεση
Other Greek words related to Χαμηλή πίεση
- Φιλικός
- αέρας
- ανεπίσημος
- εύκολος
- γνώριμος
- ευέλικτος
- ανεπίσημος
- χαλαρός
- γλυκός
- αδιάφορος
- ανεπηρέαστος
- Προσβάσιμο
- ανέμελος
- Άφοβος
- ανέμελος
- οικείος
- αδιάφορος
- επιτρεπτικό
- μαλακός
- ατάραχος
- ανήσυχος
- ζεστός
- φιλικός
- προσιτός
- φιλικός
- συντροφικός
- φιλικός
- λαμπρός
- χαίρετε πάντες
- γενναιόδωρος
- άνετος
- ατάραχος
- χαλαρός
- επιεικής
- φιλικός
- αναίσθητος
- εύκαμπτος, εύπλαστος
- εύκαμπτος, εύπλαστος
- Ανεπηρέαστος
- ατάραχος
- ακλόνητος
- ανέμελος
- Θερμόκαρδος
- άνετος
- ανέμελος
Nearest Words of low-pressure
- low-priced => φθηνό
- low-resolution => χαμηλής ανάλυσης
- low-rise => Χαμηλή άνοδος
- lowry => φορτηγό
- low-salt diet => Διατροφή χαμηλή σε αλάτι
- lowset => ισόγειος
- low-set => χαμηλόμισθος
- low-sodium diet => Διατροφή χαμηλής περιεκτικότητας σε νάτριο
- low-spirited => καταβεβλημένος
- low-spiritedness => καταθλιψη
Definitions and Meaning of low-pressure in English
low-pressure (s)
not forceful
low-pressure (a.)
Having, employing, or exerting, a low degree of pressure.
FAQs About the word low-pressure
Χαμηλή πίεση
not forcefulHaving, employing, or exerting, a low degree of pressure.
Φιλικός,αέρας,ανεπίσημος,εύκολος,γνώριμος,ευέλικτος,ανεπίσημος,χαλαρός,γλυκός,αδιάφορος
ανήσυχος,ευπρεπής,επίσημος,νευρικός,άκαμπτος,αυστηρός,Καθηλωμένος,ενοχλημένο,Τελετουργικός,στεναχωρημένος
low-powered => χαμηλής ισχύος, low-pitched => χαμηλής έντασης, low-pass filter => φίλτρο χαμηλής διέλευσης, lowness => ταπεινότητα, low-necked => μεγάλο ντεκολτέ,