Greek Meaning of devil-may-care
Άφοβος
Other Greek words related to Άφοβος
- Φιλικός
- αέρας
- ανεπίσημος
- εύκολος
- γνώριμος
- ευέλικτος
- ανέμελος
- ανεπίσημος
- χαλαρός
- Χαμηλή πίεση
- γλυκός
- αδιάφορος
- ανεπηρέαστος
- ανέμελος
- αδιάφορος
- Ανεπηρέαστος
- ατάραχος
- ανήσυχος
- ζεστός
- Προσβάσιμο
- φιλικός
- προσιτός
- φιλικός
- συντροφικός
- φιλικός
- λαμπρός
- χαίρετε πάντες
- γενναιόδωρος
- οικείος
- άνετος
- ατάραχος
- χαλαρός
- επιεικής
- φιλικός
- αναίσθητος
- επιτρεπτικό
- εύκαμπτος, εύπλαστος
- εύκαμπτος, εύπλαστος
- μαλακός
- ατάραχος
- ακλόνητος
- ανέμελος
- Θερμόκαρδος
- άνετος
- ανέμελος
Nearest Words of devil-may-care
- devilment => δαιμονικότητα
- devilries => διαβολιές
- devilry => διαβολία
- devil's advocate => Συνήγορος του διαβόλου
- devil's apples => Διαβολόμηλα
- devil's cigar => Το πούρο του διαβόλου
- devil's claw => Διάβολο νύχι
- devil's darning needle => βελόνα του διαβόλου
- devil's darning-needle => Δαγκάνα του διαβόλου
- devil's fig => συκιά του διαβόλου
Definitions and Meaning of devil-may-care in English
devil-may-care (s)
cheerfully irresponsible
marked by a carefree unconventionality or disreputableness
FAQs About the word devil-may-care
Άφοβος
cheerfully irresponsible, marked by a carefree unconventionality or disreputableness
Φιλικός,αέρας,ανεπίσημος,εύκολος,γνώριμος,ευέλικτος,ανέμελος,ανεπίσημος,χαλαρός,Χαμηλή πίεση
ευπρεπής,επίσημος,νευρικός,άκαμπτος,αυστηρός,Καθηλωμένος,ανήσυχος,ενοχλημένο,Τελετουργικός,στεναχωρημένος
devilling => διαβολικός, devilled => διαβολεμένος, devilkin => Διάβολοι, devilize => δαιμονοποιώ, devilism => Δαιμονισμός,