Greek Meaning of devil-may-care

Άφοβος

Other Greek words related to Άφοβος

Definitions and Meaning of devil-may-care in English

Wordnet

devil-may-care (s)

cheerfully irresponsible

marked by a carefree unconventionality or disreputableness

FAQs About the word devil-may-care

Άφοβος

cheerfully irresponsible, marked by a carefree unconventionality or disreputableness

Φιλικός,αέρας,ανεπίσημος,εύκολος,γνώριμος,ευέλικτος,ανέμελος,ανεπίσημος,χαλαρός,Χαμηλή πίεση

ευπρεπής,επίσημος,νευρικός,άκαμπτος,αυστηρός,Καθηλωμένος,ανήσυχος,ενοχλημένο,Τελετουργικός,στεναχωρημένος

devilling => διαβολικός, devilled => διαβολεμένος, devilkin => Διάβολοι, devilize => δαιμονοποιώ, devilism => Δαιμονισμός,