Greek Meaning of devilish
διαβολικός
Other Greek words related to διαβολικός
- υπερβολικός
- εξωφρενικός
- ακραίο
- άπειρος
- τρελός
- απότομος
- μπαρόκ
- ατελείωτος
- υπερβολικός
- φανταχτερός
- υπερβολικός
- ακατάλληλος
- υπερβολικός
- ανυπόφορος
- σπάταλος
- υπερβολικός
- υπεροπτικός
- πλεγμονώδης
- άκαμπτος
- επιβλητικός
- ανυπόφορος
- ανήθικος
- αδικαιολόγητος
- αδυσώπητος
- Λίγο πολύ
- απεριόριστος
- αμέτρητος
- ακατάλληλος
- απεριόριστος
- ληξιπρόθεσμο
- Υπερβολικά εξωφρενικός
- υπερβολικά
- παχύς
- αδικαιολόγητο
- ανεξέλεγκτος
- ανάρμοστος
- αδικαιολόγητος
Nearest Words of devilish
Definitions and Meaning of devilish in English
devilish (s)
showing the cunning or ingenuity or wickedness typical of a devil
playful in an appealingly bold way
devilish (r)
in a playfully devilish manner
devilish (a.)
Resembling, characteristic of, or pertaining to, the devil; diabolical; wicked in the extreme.
Extreme; excessive.
FAQs About the word devilish
διαβολικός
showing the cunning or ingenuity or wickedness typical of a devil, playful in an appealingly bold way, in a playfully devilish mannerResembling, characteristic
υπερβολικός,εξωφρενικός,ακραίο,άπειρος,τρελός,απότομος,μπαρόκ ,ατελείωτος,υπερβολικός,φανταχτερός
μέτριος,σεμνός,λογικός,ανεπαρκής,ανεπαρκής,Ανεπαρκής,μέτριος,ελάχιστος,ελάχιστος,εύκρατο
devilise => δαιμονοποίηση, deviling => διάβολος, devilfish => Διαβολόψαρο, devilet => διάβολος, deviless => διάβολος,