Greek Meaning of exorbitant
υπερβολικός
Other Greek words related to υπερβολικός
- υπερβολικός
- εξωφρενικός
- ακραίο
- τρελός
- απότομος
- μπαρόκ
- ατελείωτος
- φανταχτερός
- υπερβολικός
- άπειρος
- υπερβολικός
- ανυπόφορος
- σπάταλος
- υπερβολικός
- ληξιπρόθεσμο
- πλεγμονώδης
- ανυπόφορος
- ανήθικος
- αδικαιολόγητος
- Λίγο πολύ
- απεριόριστος
- διαβολικός
- αμέτρητος
- ακατάλληλος
- ακατάλληλος
- απεριόριστος
- Υπερβολικά εξωφρενικός
- υπερβολικά
- υπεροπτικός
- άκαμπτος
- παχύς
- επιβλητικός
- αδικαιολόγητο
- αδυσώπητος
- ανάρμοστος
- αδικαιολόγητος
Nearest Words of exorbitant
Definitions and Meaning of exorbitant in English
exorbitant (s)
greatly exceeding bounds of reason or moderation
exorbitant (a.)
Departing from an orbit or usual track; hence, deviating from the usual or due course; going beyond the appointed rules or established limits of right or propriety; excessive; extravagant; enormous; inordinate; as, exorbitant appetites and passions; exorbitant charges, demands, or claims.
Not comprehended in a settled rule or method; anomalous.
FAQs About the word exorbitant
υπερβολικός
greatly exceeding bounds of reason or moderationDeparting from an orbit or usual track; hence, deviating from the usual or due course; going beyond the appointe
υπερβολικός,εξωφρενικός,ακραίο,τρελός,απότομος,μπαρόκ ,ατελείωτος,φανταχτερός,υπερβολικός,άπειρος
ανεπαρκής,Ανεπαρκής,μέτριος,σεμνός,λογικός,ανεπαρκής,μέτριος,ελάχιστος,ελάχιστος,εύκρατο
exorbitancy => υπερβολή, exorbitance => υπερβολή, exoration => παραίνεση, exorate => εξορκίζω, exoptile => εκτόπιος,