Greek Meaning of overburdened
Υπερφορτωμένος
Other Greek words related to Υπερφορτωμένος
Nearest Words of overburdened
- overburdensome => δυσβάσταχτος
- overburn => υπερχείλιση
- overbusy => Υπερβολικά απασχολημένος
- over-busy => υπερβολικά απασχολημένος
- overbuy => υπεραγοράζω
- overcall => υπερεκτίμηση
- overcame => υπερνικώ
- overcanopy => Πάνω από την κόμη των δέντρων
- overcapable => υπερβολικά ικανός
- overcapitalisation => Υπερκεφαλαιοποίηση
Definitions and Meaning of overburdened in English
overburdened (s)
heavily burdened with work or cares
FAQs About the word overburdened
Υπερφορτωμένος
heavily burdened with work or cares
ανήσυχος,προσεκτικός,προσεκτικός,ανήσυχος,μακρόθυμος,λυπημένος,αναστατωμένος,επιφυλακτικός,ανήσυχος,σοβαρός
ευθυμής,ανέμελος,ομοφυλόφιλος,ανέμελος,ανέμελος,Ανεπηρέαστος,Ανέκφραστος,αδιάφορος,αέρας,ανεπίσημος
overburden => επιβάρυνση, overbulk => πολύ ογκώδης, overbuilt => Υπερκατασκευασμένο, overbuild => υπερκατασκευή, overbrow => Υπερφρύδιο,