Greek Meaning of salient
εξέχων
Other Greek words related to εξέχων
- εξαίρετος
- σημαντικός
- μεγάλος
- Εξαιρετικός
- έντονος
- εξαιρετικό
- αρχηγός
- επιτακτικός
- εμφανής
- διακριτός
- διακριτός
- δραματικός
- τονισμένος
- εντυπωσιακός
- εντυπωσιακός
- ενδιαφέρον
- σημαδεμένος
- αξιοσημείωτος
- αξιόλογος
- αισθητός
- παρατηρήσιμος
- αντιληπτό
- εξέχων
- προφέρεται
- αναγνωρίσιμος
- αξιοσημείωτος
- επιδεικτικός
- σημαντικός
- εντυπωσιακός
- ορατός
- επισημασμένος
- απορροφητικός
- συναρπαστικός
- καταπληκτικός
- ελκυστικός
- Ανιχνεύσιμο
- εξέχον
- απορροφητικός
- συναρπαστικός
- εντυπωσιακός
- συναρπαστικός
- άρπαγας
- ιδιαίτερος
- θορυβώδης
- συναρπαστικό
- πιτσιλίσματος
Nearest Words of salient
Definitions and Meaning of salient in English
salient (n)
(military) the part of the line of battle that projects closest to the enemy
salient (s)
having a quality that thrusts itself into attention
represented as leaping (rampant but leaning forward)
salient (a)
(of angles) pointing outward at an angle of less than 180 degrees
salient (v. i.)
Moving by leaps or springs; leaping; bounding; jumping.
Shooting out or up; springing; projecting.
Hence, figuratively, forcing itself on the attention; prominent; conspicuous; noticeable.
Projecting outwardly; as, a salient angle; -- opposed to reentering. See Illust. of Bastion.
Represented in a leaping position; as, a lion salient.
salient (a.)
A salient angle or part; a projection.
FAQs About the word salient
εξέχων
(military) the part of the line of battle that projects closest to the enemy, having a quality that thrusts itself into attention, (of angles) pointing outward
εξαίρετος,σημαντικός,μεγάλος,Εξαιρετικός,έντονος,εξαιρετικό,αρχηγός,επιτακτικός,εμφανής,διακριτός
κρυμμένος,ασήμαντος,λεπτός,αδιάφορος,ασήμαντο,κρυμμένο,αχνός,Αδύναμος,ασαφής,καλυμμένος
saliency => εξέχουσα σημασία, salience => προεξοχή, salicylous => σαλικυλικός, salicylol => Σαλικυλική αλκοόλη, salicylite => σαλικυλικό,