Greek Meaning of grabby
άρπαγας
Other Greek words related to άρπαγας
- αποκτηστικός
- φιλάργυρος
- επιθυμητός
- πρόθυμος
- Ταιριαστός
- μισθοφόρος
- πρόθυμος
- άπληστος
- αρπαγή
- Υλιστικός
- αρπακτικό
- λαχτάρα
- φιλάργυρος
- απρόθυμα
- καταβροχθίζοντας
- δυσαρέσκεια
- δυσαρεστημένος
- εγωκεντρικός
- εγωιστικός
- εγωιστικός
- εγωιστικός
- εγωιστικός
- λαιμαργός
- καταβροχθίζω
- απρόθυμος
- λαίμαργος
- αχόρταγος
- φαγούρα
- λιχούδης
- τσιγκούνης
- χοιρινός
- Γουρουνάκι
- άπληστος
- αγανακτισμένος
- εγωκεντρικός
- χοιρινός
- Ασβεστος
- δυσαρεστημένος
- άπληστος
- εμπορικός
Nearest Words of grabby
- grace => χάρις
- grace cup => ποτήριον της χάριτος
- grace ethel cecile rosalie allen => Γκρέις Έθελ Σεσίλ Ροζαλί Άλεν
- grace kelly => Γκρέις Κέλι
- grace note => Προσαρτημένη νότα
- grace of god => Η χάρις του Θεού
- grace patricia kelly => Γκρέις Πάτρικια Κέλι
- grace period => περίοδος χάριτος
- graced => δοξασμένος
- graceful => χαριτωμένος
Definitions and Meaning of grabby in English
grabby (s)
immoderately desirous of acquiring e.g. wealth
FAQs About the word grabby
άρπαγας
immoderately desirous of acquiring e.g. wealth
αποκτηστικός,φιλάργυρος,επιθυμητός,πρόθυμος,Ταιριαστός,μισθοφόρος,πρόθυμος,άπληστος,αρπαγή,Υλιστικός
αλτρουιστικός,άφθονα,άφθονος,φιλανθρωπικός,ελεγχόμενος,γενναιόδωρος,όμορφος,φιλελεύθερος,γενναιόδωρος,γενναιόδωρος
grabbling => άρπαγμα, grabbled => άρπαξε, grabble => αρπάζω, grabbing => αρπάζοντας, grabber => αρπάκτι,