Greek Meaning of openhearted

ειλικρινής

Other Greek words related to ειλικρινής

Definitions and Meaning of openhearted in English

Wordnet

openhearted (s)

showing or motivated by sympathy and understanding and generosity

freely communicative; candidly straightforward

FAQs About the word openhearted

ειλικρινής

showing or motivated by sympathy and understanding and generosity, freely communicative; candidly straightforward

ειλικρινής,ειλικρινής,ειλικρινής,ειλικρινά,αμβλύς,άμεσο,σοβαρός,επερχόμενο,ειλικρινής,ειλικρινής

ασαφής,διπλωματικός,αμφίβολος,αόριστος,ανασταλμένος,λακωνικός,ήσυχος,κρατημένος,συγκρατημένος,συγκρατημένος

open-heart surgery => εγχείρηση ανοικτής καρδιάς, open-headed => ανοικτόκαρδος, openhandedness => γενναιοδωρία, open-handed => γενναιόδωρος, openhanded => γενναιόδωρος,