Greek Meaning of freehanded

Ελεύθερο σκίτσο

Other Greek words related to Ελεύθερο σκίτσο

Definitions and Meaning of freehanded in English

Wordnet

freehanded (s)

done by hand without mechanical aids or devices

given or giving freely

FAQs About the word freehanded

Ελεύθερο σκίτσο

done by hand without mechanical aids or devices, given or giving freely

φιλανθρωπικός,γενναιόδωρος,φιλάνθρωπος,μεγαλόψυχος,άφθονα,άφθονος,συμπονετικός,δωρεάν,γενναιόδωρος,αφθονη

φτηνός,κοντά,Δυσκοιλιότητα,λιτός,Αντιφιλελεύθερος,μέση τιμή,φειδωλός,τσιγκούνης,φειδωλός,φειδωλός

free-hand => με το χέρι, freehand => Ελεύθερο χέρι, free-for-all => δωρεάν για όλους, free-flying => Ελεύθερη πτήση, free-enterprise => ελεύθερη επιχείρηση,