Greek Meaning of mingy

φειδωλός

Other Greek words related to φειδωλός

Definitions and Meaning of mingy in English

Wordnet

mingy (s)

(used of persons or behavior) characterized by or indicative of lack of generosity

FAQs About the word mingy

φειδωλός

(used of persons or behavior) characterized by or indicative of lack of generosity

προσεκτικός,φτηνός,φθηνός,κοντά,επιθυμητός,οικονομικός,Ταιριαστός,μέση τιμή,τσιγκούνης,τσιγκούνης

αλτρουιστικός,άφθονα,άφθονος,φιλανθρωπικός,εξωφρενικός,δωρεάν,γενναιόδωρος,όμορφος,σπάταλος,φιλελεύθερος

minglingly => αναμειγνυόμενοι, mingling => μίξη, mingler => σύμμεικτος, minglement => ανάμειξη, mingle-mangle => ανακάτεμα,