Greek Meaning of dissipating

διαλυόμενος

Other Greek words related to διαλυόμενος

Definitions and Meaning of dissipating in English

Webster

dissipating (p. pr. & vb. n.)

of Dissipate

FAQs About the word dissipating

διαλυόμενος

of Dissipate

σπατάλη,σπάταλος,άσωτος,Σπάταλος,σπατάλη,Μαρμέλος,σπατάλη,Ευεργετικός,φιλάνθρωπος,συμπονετικός

προσεκτικός,φτηνός,φθηνός,κοντά,οικονομικός,μέση τιμή,τσιγκούνης,φειδωλός,φειδωλός,άπορος

dissipated => διασκορπισμένος, dissipate => διαλύω, dissipable => Διαλυτός, dissimuler => απόκρυψη, dissimule => αποκρύψω,