Greek Meaning of flamboyant
εντυπωσιακός
Other Greek words related to εντυπωσιακός
- επιτακτικός
- δραματικός
- εντυπωσιακός
- αισθητός
- εξέχων
- αξιοσημείωτος
- επιδεικτικός
- εντυπωσιακός
- συναρπαστικός
- έντονος
- εξαιρετικό
- ελκυστικός
- εμφανής
- εξαίρετος
- τονισμένος
- εντυπωσιακός
- ενδιαφέρον
- δυνατός
- σημαδεμένος
- θορυβώδης
- Εξαιρετικός
- προφέρεται
- πιτσιλίσματος
- ορατός
- απορροφητικός
- καταπληκτικός
- Ανιχνεύσιμο
- διακριτός
- διακριτός
- εξέχον
- απορροφητικός
- συναρπαστικός
- εξωφρενικός
- φανταχτερός
- συναρπαστικός
- κραυγαλέα
- χτυπητός
- ανθηρός
- φανταχτερός
- φανταχτερός
- εκτυφλωτικός
- άρπαγας
- υψηλοπετών
- τζαζ
- ιδιαίτερος
- επιδεικτικός
- αξιοσημείωτος
- αξιόλογος
- παρατηρήσιμος
- πολυτελής
- περίτεχνος
- επιδεικτικός
- υπερβολικός
- αντιληπτό
- επιτηδευμένος
- αναγνωρίσιμος
- συναρπαστικό
- εξέχων
- φωνάζω
- Θεαματικός
- καλοντυμένος
- σικ
- φανταχτερός
- λαμπερό
- επισημασμένος
- κρυμμένος
- διακριτικός
- ασαφής
- λεπτός
- χωρίς έμφαση
- απαρατήρητος
- Διακριτικός
- ασήμαντος
- κρυμμένο
- συντηρητικός
- αχνός
- Αδύναμος
- ασήμαντος
- σεμνός
- απλός
- ήσυχος
- καλυμμένος
- απλός
- ανεπηρέαστος
- μετριόφρων
- υποτονικός
- αδιάφορος
- ασήμαντο
- ανεπιτήδευτος
- όχι φανταχτερό
- απρόσωπο
- αглуτισμένος
- συγκρατημένος
- ήρεμος
- πιο ήπιος
- διακριτικός
Nearest Words of flamboyant
Definitions and Meaning of flamboyant in English
flamboyant (n)
showy tropical tree or shrub native to Madagascar; widely planted in tropical regions for its immense racemes of scarlet and orange flowers; sometimes placed in genus Poinciana
flamboyant (s)
marked by ostentation but often tasteless
elaborately or excessively ornamented
flamboyant (a.)
Characterized by waving or flamelike curves, as in the tracery of windows, etc.; -- said of the later (15th century) French Gothic style.
FAQs About the word flamboyant
εντυπωσιακός
showy tropical tree or shrub native to Madagascar; widely planted in tropical regions for its immense racemes of scarlet and orange flowers; sometimes placed in
επιτακτικός,δραματικός,εντυπωσιακός,αισθητός,εξέχων,αξιοσημείωτος,επιδεικτικός,εντυπωσιακός,συναρπαστικός,έντονος
κρυμμένος,διακριτικός,ασαφής,λεπτός,χωρίς έμφαση,απαρατήρητος,Διακριτικός,ασήμαντος,κρυμμένο,συντηρητικός
flamboyance => επίδειξη, flambeaux => δάδες, flambeaus => δαδες, flambeau => Δαδούχος, flambe => Φλαμπέ,