Greek Meaning of flame
φλόγα
Other Greek words related to φλόγα
- αγαπημένος
- αγαπητέ
- αγαπητέ/αγαπητή
- φίλη
- αγάπη
- εραστής
- γλυκό
- αγάπη μου
- αγάπη μου [aˈɣapi mu]
- Αγόρι
- αγόρι
- νύφη
- κορίτσι
- κορίτσι
- αγάπη
- μέλι
- σύζυγος
- πιέζω
- σταθερός
- γλυκό μου
- Αληθινή αγάπη
- σύζυγος
- Θαυμάστρια
- αγάπη
- όμορφος
- μεζούρα
- ημερομηνία
- κούκλα
- πάπια/ες
- συνάδελφος
- αρραβωνιαστικός
- γενναιοδωρος
- γαμπρός
- Κατακτητής
- ερωμένη
- σκοπούμενος
- αγαπημένη
- κοπέλα
- άντρας
- Κατοικίδιο
- Σημαντικός άλλος
- μνηστήρας
- πιστός
- Ντικ ντικ
- μνηστήρας
Nearest Words of flame
Definitions and Meaning of flame in English
flame (n)
the process of combustion of inflammable materials producing heat and light and (often) smoke
flame (v)
shine with a sudden light
be in flames or aflame
criticize harshly, usually via an electronic medium
flame (n.)
A stream of burning vapor or gas, emitting light and heat; darting or streaming fire; a blaze; a fire.
Burning zeal or passion; elevated and noble enthusiasm; glowing imagination; passionate excitement or anger.
Ardor of affection; the passion of love.
A person beloved; a sweetheart.
To burn with a flame or blaze; to burn as gas emitted from bodies in combustion; to blaze.
To burst forth like flame; to break out in violence of passion; to be kindled with zeal or ardor.
flame (v. t.)
To kindle; to inflame; to excite.
FAQs About the word flame
φλόγα
the process of combustion of inflammable materials producing heat and light and (often) smoke, shine with a sudden light, be in flames or aflame, criticize hars
αγαπημένος,αγαπητέ,αγαπητέ/αγαπητή,φίλη,αγάπη,εραστής,γλυκό,αγάπη μου,αγάπη μου [aˈɣapi mu],Αγόρι
No antonyms found.
flamboyer => Φλαμπόγιαν, flamboyantly => επιδεικτικά, flamboyant tree => Δέντρο φλαμπόγιαν, flamboyant => εντυπωσιακός, flamboyance => επίδειξη,