FAQs About the word inamorata

ερωμένη

a woman with whom you are in love or have an intimate relationshipA woman in love; a mistress.

κορίτσι,φίλη,Γυναίκα,κορίτσι,κυρία,αγαπημένη,εραστής,αγαπημένος,αγαπητέ,αγαπητέ/αγαπητή

No antonyms found.

inamissible => απαράγραπτος, inamiable => αντιπαθής, inalterable => αναλλοίωτος, inalterability => αμεταβλητότητα, inalimental => μη διατροφικά,