FAQs About the word ladylove

αγαπημένη

a woman who is a man's sweetheartA sweetheart or mistress.

κορίτσι,φίλη,Γυναίκα,κορίτσι,ερωμένη,κυρία,εραστής,αγαπημένος,αγαπητέ,αγαπητέ/αγαπητή

No antonyms found.

ladylikeness => (1) θηλυκότητα, (2) γυναικεία συμπεριφορά, ladylike => ευγενική, ladykin => Κυρία, lady-killing => γόης, lady-killer => Γυναικάς,