Greek Meaning of fiancé
αρραβωνιαστικός
Other Greek words related to αρραβωνιαστικός
Nearest Words of fiancé
Definitions and Meaning of fiancé in English
fiancé
a man engaged to be married
FAQs About the word fiancé
αρραβωνιαστικός
a man engaged to be married
Θαυμάστρια,αγόρι,αρραβωνιαστικιά,φίλη,σκοπούμενος,αγάπη,γλυκό,όμορφος,αγαπημένος,αρραβωνιασμένος/αρραβωνιασμένη
No antonyms found.
fews => λίγοι, few and far between => Λίγοι και μακριά ο ένας από τον άλλον, fevers => πυρετοί, feuds => Έχθρες, fettering => δεσμευτικό,