FAQs About the word betrothed

αρραβωνιασμένος/αρραβωνιασμένη

the person to whom you are engaged, pledged to be marriedof Betroth

αφοσιωμένος,αρραβωνιασμένος,αρραβωνιασμένος,κατόπιν παραγγελίας ,υποσχεμένος,προσαρμογή

ανεξάρτητος

betrothal => αρραβώνας, betroth => αρραβωνιάζω, betrimming => Κοπή, betrimmed => κομμένος, betrim => betrim,