FAQs About the word fiancés

αρραβωνιασμένοι

a man engaged to be married

θαυμαστές,μνηστήρες,αγόρια,φίλες,εραστές,αγαπά,γλυκά,ωραίος,νύφες,αγαπημένα

No antonyms found.

fiancée => αρραβωνιαστικιά, fiancé => αρραβωνιαστικός, fews => λίγοι, few and far between => Λίγοι και μακριά ο ένας από τον άλλον, fevers => πυρετοί,