Greek Meaning of swain
πιστός
Other Greek words related to πιστός
- όμορφος
- Αγόρι
- αγόρι
- συνάδελφος
- σύζυγος
- εραστής
- άντρας
- γέρος
- Θαυμάστρια
- αγαπημένος
- μεζούρα
- αγαπητέ
- ημερομηνία
- αγαπητέ/αγαπητή
- αγαπημένος
- αρραβωνιαστικός
- φλόγα
- γενναιοδωρος
- τζιγκολό
- γαμπρός
- μέλι
- σκοπούμενος
- αγάπη
- Σημαντικός άλλος
- συγγενική ψυχή
- σπινθήρας
- πιέζω
- σταθερός
- μνηστήρας
- γλυκό
- αγάπη μου
- αγάπη μου [aˈɣapi mu]
- Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου
- μνηστήρας
Nearest Words of swain
- swainsona => σουαϊνσόνα
- swainsona galegifolia => Swainsona galegifolia
- swainsona grandiflora => Swainsona grandiflora
- swainsona greyana => Swainsona greyana
- swale => Αύλακα
- swallow => καταπίνω
- swallow dive => Κατακόρυφο βουτημα
- swallow hole => Χωνί
- swallow shrike => Χελιδονόσαυρα
- swallow up => καταπίνω
Definitions and Meaning of swain in English
swain (n)
a man who is the lover of a man or woman
FAQs About the word swain
πιστός
a man who is the lover of a man or woman
όμορφος,Αγόρι,αγόρι,συνάδελφος,σύζυγος,εραστής,άντρας,γέρος,Θαυμάστρια,αγαπημένος
No antonyms found.
swahili => σουαχίλι, swagsman => αλήτης, swagman => Αλήτης, swaggie => swaggie, swaggering => φαντασμένος,