Greek Meaning of detectable
Ανιχνεύσιμο
Other Greek words related to Ανιχνεύσιμο
Nearest Words of detectable
- detected => ανιχνευμένο
- detecter => Ανιχνευτής
- detectible => ανιχνεύσιμος
- detecting => ανίχνευση
- detection => ανίχνευση
- detective => ντετέκτιβ
- detective agency => Γραφείο ιδιωτικών ερευνών
- detective novel => Αστυνομικό μυθιστόρημα
- detective story => Αστυνομική ιστορία
- detective work => ντετεκτιβική εργασία
Definitions and Meaning of detectable in English
detectable (s)
capable of being detected
easily seen or detected
detectable (a.)
Alt. of Detectible
FAQs About the word detectable
Ανιχνεύσιμο
capable of being detected, easily seen or detectedAlt. of Detectible
ακουστός,διακριτός,διακριτός,αισθητός,αντιληπτό,αισθητός,διακριτός,αναγνωρίσιμος,παρατηρήσιμος,προφανής
ανεπαίσθητος,αδιαφοροποίητα,άυλος,αόρατος,ανιχνεύσιμος,Αδύναμος,κρυμμένος,άυλος,ασήμαντος,ακατάληπτος
detect => εντοπισμός, detainment => κράτηση, detaining => κράτηση, detainer => κράτηση, detainee => Κρατούμενος,